Έχω σύζυγο. Και εραστή.
Όλο το καλοκαίρι προσπαθώ να ξεχωρίσω ποιος είναι ποιος. Και τώρα μπορώ να σου πω. Η Σίφνος είναι και σύζυγος, και εραστής. Γίνεται ο ώμος που απαλά ακουμπώ πάνω του και ξεκουράζω την ψυχή μου. Είναι η αγκαλιά που μέσα της θέλω να κοιμάμαι τις νύχτες μου. Είναι σπίτι μου με έναν τρόπο. Είναι και άτιμη όμως. Με δοκιμάζει. Με ξεσηκώνει καλά καλά και μετά με αφήνει στα κρύα του λουτρού. Αναστατώνει τις αισθήσεις μου με καινούργιο τρόπο κάθε φορά. Είναι έκπληξη. Αποκαλύπτει νέες ομορφιές και με αφήνει πάντα να θέλω κι άλλο, κι άλλο. Είναι πάθος που με καίει γιατί έτσι είναι. Ωμό. Το γεννούν οι πέντε αισθήσεις μου. Με τρελαίνει να βλέπω την ομορφιά της. Να μυρίζω τον αέρα της. Να ακούω τα μελτέμια της και το σουρσούρισμα που κάνει το κύμα σαν σβήνει στην άμμο. Να γεύομαι το αλάτι της θάλασσας της και τις νοστιμιές των μαγείρων της. Να νιώθω τα βότσαλά της στη γλώσσα μου. Να χαϊδεύω τα βράχια της, τους τοίχους των εκκλησιών της…
Μόνο να την αποχωρίζομαι δεν μπορώ…
Με θλίβει βαθειά ο αποχωρισμός, και ας τον κάνω πάντα με την λαχτάρα της αντάμωσης.
Τα τελευταία χρόνια όμως έχω ένα κόλπο. Όταν κάτι με θλίβει πολύ, του δίνω 48 ώρες. Και μετά, κάνω κάτι που δηλώνει ότι η ευχαρίστηση που πήρα από την εμπειρία ήταν τόσο πολύτιμη, που, χαλάλι της το κόστος του αποχωρισμού.
Έτσι, τη δεύτερη μέρα της επιστροφής, άνοιξα την κατάψυξη και έβγαλα την σπιτικιά ρακή που κρατώ για αυτές τις περιπτώσεις. Έβαλα ένα καταπαγωμένο ποτήρι. Το ήπια μια κι έξω. Και μετά, άνοιξα το καλά κλεισμένο με σελοτέιπ κουτί του ζαχαροπλαστείου που κάνει τα αγαπημένα μου. Αυτά που ταιριάζουν καλύτερα στη δική μου γεύση. Και πήρα ανάμεσα στα χέρια μου ένα Σιφνέικο παστέλι. Το κράτησα λίγο να ζεσταθεί. Με τον τρόπο αυτό, το κάνω κάπως πιο εύπλαστο. Κι εκείνο ξετυλίγεται πιο εύκολα. Μετά, παίρνω τη μύτη του ανάμεσα στα δόντια μου και το δαγκώνω προσεκτικά. Τη νιώθω την αντίσταση στο δόντι. Έντονη. Δεν είναι όμως τραγανό και σκληρό σαν τα άλλα παστέλια. Αφήνεται. Αν ξέρεις πως να του φερθείς, αν ξέρεις πως να το δαγκώσεις στην αρχή, πως να το σύρεις μέσα στο στόμα σου για να λιώσει κι άλλο από τη θέρμη σου, σιγά σιγά παραδίνεται ολοκληρωτικά. Ελευθερώνει το θυμαρίσιο μέλι του και είναι η ίδια μυρωδιά των πρωινών αυτοκινητάδων στον Πλατύ Γυαλό. Ο δρόμος προς τα εκεί έχει πολλά θυμάρια. Και μυρίζει. Έτσι. Θα σε χτυπήσει μετά το καβούρδισμα του σουσαμιού. Και θα σου φέρει στη μύτη το άρωμα των σταχυών, όπως ελευθερώνεται μετά τη δύση του ηλίου στον δρόμο για το Κάστρο. Κι ενώ θα το μασάς, θα μελώνει περισσότερο, και σουσάμι και μέλι δεν θα χωρίζουν πια. Αυτές οι τελευταίες στιγμές πριν καταπιείς την μπουκιά σου δεν θες να τελειώσουν. Κι έτσι… θες κι άλλο.
Πάρε 650 γραμμάρια θυμαρίσιο μέλι. Ένα κιλό σουσάμι. Ένα ποτήρι κόκκινο κρασί.
Βάλε το σουσάμι σε ένα πλατύ αντικολλητικό τηγάνι, και καβούρντισέ το. Όσο πολύ ή όσο λίγο αρέσει σε σένα. Δοκίμαζέ το που και που. Μόνο που κάνε ένα κόλπο στο τέλος. Άσε μια χούφτα σουσάμι να παρακαβουρδιστεί. Και πρόσθεσέ την μετά στο υπόλοιπο. Και ανακάτεψε τα σουσάμια καλά με το χέρι σου. Νιώστα έτσι ζεστά από την πλάκα του τηγανιού να αφήνουν ανεπαίσθητα το έλαιό τους στα ακροδάχτυλά σου..
Σε μια κατσαρόλα, βράσε το μέλι μέχρι να το δεις να αφρίζει. Ανακάτευέ το συνέχεια τότε μέχρι να το νιώθεις να σφίγγει σε ένα σιρόπι δεμένο, πυκνό.
Μόλις δεις το μέλι σου έτσι, βγάλτο από την φωτιά, και πρόσθεσέ το στο σουσάμι. Βούτηξε μια ξύλινη κουτάλα στο κρασί, και άρχισε να το ανακατεύεις. Δες τα σουσάμια αρχικά να κολλούν εξωτερικά στα ρυάκια του μελιού, και μετά, με την πίεση της κουτάλας να περνάν μέσα τους και να ενώνονται. Ανακάτευε έως ότου όλα είναι ένα.
Βρέξε με το υπόλοιπο κρασί καλά μια ξύλινη ή μαρμάρινη επιφάνεια, και άδειασε το ενωμένο μέλι με το σουσάμι εκεί για να κρυώσει. Αφού το πιέσεις με τα χέρια σου πρώτα για να γίνει ένα «φύλλο» παχύ σαν ένα δάχτυλο.
Κόψτο σε ρόμβους όταν κρυώσει. Και τύλιξέ το σε λαδόκολλες. Βάλτου ένα σχοινάκι και δέστο γύρω του. Δώρισέ το εκεί που ακόμα πονά η επιστροφή. Ή εκεί που δεν είχε βόλτες σε δρόμους που μοσχοβόλαγαν φασκόμηλο, βαλσαμόχορτο και θυμάρι. Δώστο εκεί που θες να χαμογελάσουν…
Υ.Γ. (την συνταγή μου την έδωσε Σιφνιός)
http://tetartopress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου