Ἠρώτησα τὴν Γαία:
«Γαία μου, Μητέρα, μέ ἀφήνεις κάπου νά σταθῶ, τόν οἶκο μου νά φτιάσω, νά μήν σέ βλάψω πουθενά, παρά νά μ΄ ἀγκαλιάσῃς μέ τήν θέρμη σου καί μέ δροσιά, νά μέ φροντίσῃς μέ στοργή κι ἁπλόχερα νά ἀφήνῃς τήν αὗρα σου κοντά μου;»
«Μέσα στὴν Γῆ, τὸν οἶκο σου νὰ φτιάσῃς, νὰ μὴν προσβάλῃς τὰ δενδρά, νὰ μὴν θυμώσῃς τὶς δρυΐδες, νὰ μὴν διακόψῃς τὴν ῥοή, τῆς αὗρας μου ποτάμι!»!
Κι ἐγὼ τὴν ἄκουσα προσεκτικά, τῆς ἐφίλησα τὸ χέρι κι ἐχόρεψα γέρικο χορό, μὲ τὴν πλειάδα Ταϋγέτη, στοῦ Ταϋγέτου τὴν πλαγιά, κοντὰ στῶν Διοσκούρων τὴν φωλιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου