Το να επενδύει ένα ασφαλιστικό ταμείο τα αποθεματικά του αγοράζοντας μετοχές σε εξωπραγματικές τιμές πέρα από κάθε μέτρο αποτίμησης, εξυπηρετώντας συμφέροντα αλλότρια από την αξιοποίηση της περιουσίας του είναι όχι μόνο πρωτοφανές αλλά επικίνδυνο
Κομψότερα όλων το έθεσε ο μεγαλοεπενδυτής και μέτοχος στην ΕΥΔΑΠ Τζ. Πόλσον. Οπως αναφέρει, η επένδυση αυτή δεν έχει κανένα στρατηγικό χαρακτήρα για την ΕΥΔΑΠ και δεν δικαιολογείται. Προειδοποιεί δε ότι η επένδυση της ΕΥΔΑΠ στην Αττικής θα αποθαρρύνει τους επενδυτές που σκοπεύουν να επενδύσουν στις επιχειρήσεις με κύριο μέτοχο το Δημόσιο, με συνέπεια, όπως χαρακτηριστικά τονίζει, «το κράτος να χάσει πολύ περισσότερα από αυτά που νομίζει ότι θα κερδίσει».
Στην επιστολή της η Paulson & Co INC -την υπογράφει ο εκπρόσωπός της Αλ. Μπλέιντς- αναφέρει ότι η επένδυση σε μια τράπεζα περιλαμβάνει ρίσκα, τα οποία η διοίκηση της ΕΥΔΑΠ δεν είναι σε θέση να γνωρίζει και σημειώνει ότι κατανοούν πως η διοίκηση έλαβε μια τέτοια απόφαση για να εφαρμόσει την πολιτική της κυβέρνησης, η οποία όμως δεν έχει καμιά σχέση με το αντικείμενο της ΕΥΔΑΠ.
Προφανώς κάνει λάθος ο κ. Πόλσον. Ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ είναι εκεί ακριβώς επειδή γνωρίζει πώς να προασπίζεται το δημόσιο συμφέρον της ΕΥΔΑΠ. Σιγά μη γνωρίζουν οι μεγαλοεπενδυτές περισσότερα για τις επενδύσεις από τον σύντροφο της κυρίας Δούρου!
Κι άλλα πολλά σ΄αυτήν την ιστορία δείχνουν ενοχλητικά:
1. Επειτα από δεκαετίες κακής τραπεζικής πρακτικής βρεθήκαμε τώρα με τράπεζες θεσμικά θωρακισμένες και ελεγχόμενες από την ΕΚΤ. Και τώρα, Κυβέρνηση και συνδικαλιστές δημιουργούν με τα αποθεματικά των Ταμείων τη δική τους τράπεζα. Γιατί, προφανώς, η χρηματοδότηση της οικονομίας πρέπει να έχει κοινωνικό και ιδεολογικό πρόσημο. Να θυμόμαστε, όμως, ότι το ιδεολογικό πρόσημο της προηγούμενης περιόδου ήταν το πελατειακό.
2. Η αποτίμηση στην οποία τοποθετούν τα χρήματά τους τα Ταμεία είναι εξωπραγματική2. Τρις υψηλότερη από την τιμή διαπραγμάτευσης των συστημικών τραπεζών. Για να γίνει πιο κατανοητό, δείτε στον πίνακα τι ποσοστό κάθε τράπεζας αγόραζαν Ταμεία και ΔΕΚΟ με τα 681 εκατ. € που διοχετεύουν στην αύξηση της Αττικής. Μπορούσαν να αποκτήσουν το 25% της Πειραιώς, το οποίο κατ’ αναλογίαν αντιστοιχεί σε 21,32 δισ.€ ενεργητικό ή 9,46 δισ. καταθέσεις. Αντ’ αυτών απέκτησαν το 88% της Αττικής ή ισοδύναμα 3,19 δισ. ενεργητικό ή 2,3 δισ.€ καταθέσεις. Με όποια τράπεζα και αν συγκρίνετε, μοιάζει ακατανόητο επενδυτικά γιατί να προτιμήσει κανείς την Αττικής. Τεχνικά δε, αν ρωτήσετε κάποιον αναλυτή, θα σας πει πως οι νέοι μέτοχοι τοποθέτησαν τα κεφάλαιά τους στην Αττικής με book value περίπου 1, όταν οι υπόλοιπες ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονταν με book value 0,3-0,4, δηλαδή 60-70% φθηνότερα! (Οι κεφαλαιοποιήσεις στον Πίνακα Ι – 2η στήλη αναφέρονται στην τιμή των αυξήσεων τον Νοέμβριο του 2015. Σε αυτές τις τιμές τα ταμεία μπορούσαν να πάρουν όσες μετοχές των συστημικών τραπεζών ήθελαν.)
Πίνακας Ι
3. Η χώρα χάνει πολύτιμη ρευστότητα χωρίς λόγο. Αν δεν συμμετείχαν τα Ταμεία στην ΑΜΚ της Αττικής οι καταθέτες δεν κινδύνευαν να χάσουν τις καταθέσεις τους. Γιατί υπήρχε το ΤΧΣ που έδινε τη διέξοδο: δάνεια €700 εκατ. από την Ευρώπη, με επιτόκιο 1% και αποπληρωμή έπειτα από δεκαετίες. Τι καλύτερο για μια οικονομία που στενάζει από έλλειψη ρευστότητας από το να κρατήσει τα €700 εκατ. στην οικονομία της;
4. Τα μόνα κεφάλαια της Γενικής κυβέρνησης που αφαιρέθηκαν από την περιορισμένη ρευστότητα της χώρας για να ενισχύσουν τις τράπεζες στην περίοδο της κρίσης είναι τα €200 εκατ. του κ. Σπίρτζη του ΤΕΕ το 2013 και τα €700 εκατ. της παράλληλης τράπεζας του… παράλληλου σύμπαντος των κυρίων Σπίρτζη και Δραγασάκη το 2015. Ολα τα υπόλοιπα κεφάλαια που το κράτος έδωσε στις τράπεζες ήταν ευρωπαϊκά δάνεια με πολύ προνομιακούς όρους.
5. Είναι πρόκληση, τουλάχιστον, αλλά και ενδεικτικό των κυβερνητικών προτεραιοτήτων, ότι αντί να διαφυλάξουν τα αποθεματικά των ταμείων για να χρηματοδοτήσουν στο μέλλον τα αναπόφευκτα χρηματοδοτικά κενά που θα προκύψουν από την μετεξέλιξη του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας, παίζουν τους επενδυτές και τους τραπεζίτες με τα λεφτά των Ταμείων. Τα λιγοστά αποθεματικά τους θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με σύνεση.
Επίλογος
Είναι σαφές πως οφείλουμε να βλέπουμε το όλον, δηλ. το συμφέρον της Γενικής Κυβέρνησης. Ζημιές στη μία τσέπη (δηλαδή στα Ταμεία) είναι αποδεκτές, εφόσον προκύπτει πολλαπλάσιο όφελος στην κεντρική κυβέρνηση. Τέτοια ήταν η περίπτωση του PSI.
Στην περίπτωση της Αττικής η ζημιά των Ταμείων είναι εμφανής, η ζημιά στη ρευστότητα της Γενικής Κυβέρνησης επίσης εμφανής ενώ το προσδοκώμενο όφελος… τουλάχιστον ανησυχητικό.
Αν έχω καταλάβει καλά, ο εύλογος στόχος για όλα αυτά που συνέβησαν είναι η δυνατότητα της κυβέρνησης να ελέγχει μια τράπεζα, να διορίζει τη διοίκηση της αρεσκείας της, η οποία θα χορηγεί δάνεια με μεγαλύτερη ευχέρεια χωρίς να ελέγχεται «ασφυκτικά» από την ΕΚΤ. Ωστόσο, για να χορηγήσει δάνεια μια τράπεζα, θα πρέπει να προσελκύσει καταθέσεις. Κι επειδή δύσκολα ιδιώτες ή επιχειρηματίες θα εμπιστευτούν τις καταθέσεις τους σε μια τράπεζα που δεν είναι θωρακισμένη από τους θεσμούς, το πιθανότερο είναι οι καταθέσεις να είναι ήδη «ετοιμοπαράδοτες», ένα είδος προίκας: τα διαθέσιμα των υπουργείων, των ΔΕΚΟ, των νοσοκομείων, των οργανισμών, των μη εκταμιευμένων αγροτικών επιδοτήσεων κ.α. διαθέσιμα που παλαιότερα διοχετεύονταν σε Αγροτική και Εθνική ενώ τώρα μοιράζονται οι τέσσερις συστημικές. Με λίγα λόγια, βλέπω να ετοιμάζεται στο σύστημα μια νέα «παράλληλη, κόκκινη» Αγροτική.
Κι αυτό δεν είναι μόνο θεσμικό πισωγύρισμα είναι και αναβίωση της πελατειακής τραπεζικής. Και με τα πρώτα χρηματοδοτικά σκάνδαλα, θα ακούσουμε πάλι το αισιόδοξο αριστερό επιχείρημα, πως τα ίδια έκαναν και οι προηγούμενοι.
Σημειώσεις
1Όταν έχεις υποθηκεύσει την οικονομία της χώρας για 2 χρόνια, όταν έχεις καταφέρει ένα συντριπτικό πλήγμα στο χρηματοπιστωτικό κλάδο προκαλώντας 17 δισ. € ζημιές στη περιουσία του δημοσίου, τα 680 εκατ. € που τοποθετούνται στην Αττικής είναι αμελητέες παράπλευρες απώλειες του διαρκούς και αδυσώπητου αγώνα για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση της Οικονομίας της Χώρας.
2Σε μια ελεύθερη διαπραγμάτευση είναι πολύ πιθανό –προσωπική μου εκτίμηση- πως άμεσα τα Ταμεία θα έγραφαν τεράστιες ζημιές από την πτώση της τιμής της μετοχής. Λόγω της πολύ μεγάλης συγκέντρωσης των μετοχών σε θεσμικούς επενδυτές μπορεί αυτή η αποτιμησιακή καταγραφή της ζημιάς να αποφευχθεί. Γι’ αυτό επέλεξα να συγκρίνω την επένδυση των Ταμείων στην Τράπεζα Αττικής με άλλες τράπεζες στη χώρα μας, για να καταδείξω το άτοπο της επενδυτικής επιλογής.
* Ο Γ. Στρατόπουλος έχει διατελέσει επί χρόνια Διευθυντής Επενδύσεων σε εταιρείες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων, ενώ από το 2009 ως το 2014 υπήρξε Διευθύνων Σύμβουλος της Millennium ΑΕΔΑΚ. Είμαι πιστοποιημένος Διαχειριστής Χρηματοοικονομικών Κινδύνων κάτοχος του τίτλου FRM (Financial Risk Manager) από τον Global Association of Risk Professionals, πιστοποιημένος Διαχειριστής Επενδύσεων από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, και πιστοποιημένος Διαχειριστής Παραγώγων από το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου