«Πράσινο φως» για καλύτερη προστασία της ακίνητης περιουσίας στην περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης ανάβει η Δικαιοσύνη, επιτρέποντας στον ιδιοκτήτη να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα την αμφισβήτηση περιουσιακών του δικαιωμάτων, τον κίνδυνο καταπατήσεων, αλλά και κατασχέσεων, ακόμα και αν δεν έχει εξοφλήσει τον ΕΝΦΙΑ.
Δικαστικές αποφάσεις «μπλοκάρουν» τη δυνατότητα κατάσχεσης τουλάχιστον εκείνων των ακινήτων που αποδίδουν εισόδημα (ενοίκια, επαγγελματική χρήση) αναγκαίο στον ιδιοκτήτη που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες
Δικαστικές αποφάσεις «μπλοκάρουν» τη δυνατότητα κατάσχεσης τουλάχιστον εκείνων των ακινήτων που αποδίδουν εισόδημα (ενοίκια, επαγγελματική χρήση) αναγκαίο στον ιδιοκτήτη που αντιμετωπίζ
Αποφάσεις περιφερειακών δικαστηρίων κρίνουν αντισυνταγματική διάταξη του ν. 4254/14 που απαιτούσε πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ (εξόφλησής του) για να μπορέσει κάποιος να προστατεύσει (ή να διεκδικήσει δικαστικά) οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμά του στο ακίνητο (π.χ. κυριότητα, επικαρπία, ψιλή κυριότητα, νομή, κατοχή, επιφάνεια, οίκηση, δουλεία κ.λπ.). Ταυτόχρονα άλλες αποφάσεις «μπλοκάρουν» (σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων) τη δυνατότητα κατάσχεσης (λόγω μη εξόφλησης ΕΝΦΙΑ, ΦΑΠ) τουλάχιστον εκείνων των ακινήτων που αποδίδουν εισόδημα (ενοίκια, επαγγελματική χρήση) αναγκαίο στον ιδιοκτήτη που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες.
Οι δικαστικές αποφάσεις αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη σημασία για την «άμυνα» των φορολογουμένων, καθώς εκκρεμεί νέος γύρος προσφυγών κατά «φουσκωμένων» αντικειμενικών αξιών (επιδιώκουν ακύρωση των ΠΟΛ του 2015 κ.λπ.) σε συνδυασμό με τη συνολική υπερφορολόγηση και από άλλα μέτρα, που οδηγούν σε αδυναμία εξόφλησης.
Το Εφετείο Κρήτης έκρινε (19/16) αντισυνταγματική διάταξη του ν. 4254/14 που δεν επέτρεπε στον ιδιοκτήτη να προστατεύσει δικαστικά το ακίνητό του εάν δεν προσκόμιζε πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ αποδεικνύοντας ότι εξόφλησε τις υποχρεώσεις του. Κατά το δικαστήριο, η ρύθμιση παραβιάζει διατάξεις του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που κατοχυρώνουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και παροχής δικαστικής προστασίας, καθώς και την αρχή της αναλογικότητας.
Στην εφετειακή απόφαση επισημαίνεται ότι σε μια ιδιαίτερα δυσμενή οικονομική συγκυρία (συνεχείς περικοπές μισθών - συντάξεων, αλλεπάλληλα φορολογικά βάρη κ.λπ.) δεν μπορεί το κράτος να βάζει δικονομικά εμπόδια στο να προστατεύσει κάποιος την ακίνητη περιουσία του.
Υπογραμμίζεται επίσης ότι η φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας παράλληλα προς άλλους φόρους, δεν μπορεί να θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Δεν επιτρέπεται μία καθαρά φορολογικού χαρακτήρα διάταξη να στερεί από τον πολίτη το δικαίωμα να απαγορεύει κάθε επέμβαση τρίτου στο ακίνητό του, αφήνοντάς τον εκτεθειμένο και απροστάτευτο απέναντι π.χ. στην αυθαιρεσία οποιουδήποτε καταπατητή (όταν μάλιστα μπορεί να χρωστά γιατί π.χ. ο ενοικιαστής αδυνατεί να του ξεπληρώσει ενοίκια).
Σύμφωνα με το Εφετείο, το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου δεν μπορεί να συρρικνώνει το ατομικό δικαίωμα των πολιτών με άνιση μεταχείρισή τους, χρησιμοποιώντας τη Δικαιοσύνη (και τη δυνατότητα προσφυγής σε αυτήν) ως μέσο πίεσης για τακτοποίηση φορολογικών υποχρεώσεων.
Με άλλη απόφαση (ασφαλιστικών μέτρων) κρίθηκε ότι πρέπει να «παγώσει» η κατάσχεση δύο ακινήτων από την περιουσία ιδιοκτήτη, γιατί θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη αφού βιοπορίζεται από αυτά εισπράττοντας ενοίκιο από επαγγελματική στέγη (85 τ.μ.) και γεωργικό εισόδημα (από καλλιέργεια σε αγρόκτημα 1,2 στρεμ.).
Οι οφειλές
Οι οφειλές του προς το κράτος ρυθμίστηκαν σε δόσεις για τον ΦΑΠ προηγουμένων ετών, που κυμαινόταν μέχρι το 2013 περίπου σε 9.000€ ετησίως. Με τον ΕΝΦΙΑ το ποσό ξέφυγε στα 15.000€, καθώς η Εφορία υπολόγισε την ακίνητη περιουσία (10 συνολικά μικρά οικόπεδα και διαμερίσματα) περίπου σε 1,7 εκατ. €, με βάση τις «φουσκωμένες» αντικειμενικές αξίες που παρέμεναν προσκολλημένες στα επίπεδα του 2007.
Στην αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και στην αγωγή προς το Διοικητικό Πρωτοδικείο, ο φορολογούμενος επισήμαινε ότι το ετήσιο εισόδημά του δεν ξεπερνά τα 7.000€, ότι είναι αντισυνταγματική η υπερφολόγηση που καταλήγει σε δήμευση της περιουσίας του, ότι μοναδικό στοιχείο βιοπορισμού αποτελούν τα δύο ακίνητα, ενώ αδυνατεί να εκποιήσει έστω και μέρος των υπόλοιπων ακινήτων (για να εξοφλήσει τον ΕΝΦΙΑ) λόγω εκμηδένισης της εμπορικής τους αξίας και απουσίας αγοραστικού ενδιαφέροντος.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ
Αποφάσεις περιφερειακών δικαστηρίων κρίνουν αντισυνταγματική διάταξη του ν. 4254/14 που απαιτούσε πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ (εξόφλησής του) για να μπορέσει κάποιος να προστατεύσει (ή να διεκδικήσει δικαστικά) οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμά του στο ακίνητο (π.χ. κυριότητα, επικαρπία, ψιλή κυριότητα, νομή, κατοχή, επιφάνεια, οίκηση, δουλεία κ.λπ.). Ταυτόχρονα άλλες αποφάσεις «μπλοκάρουν» (σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων) τη δυνατότητα κατάσχεσης (λόγω μη εξόφλησης ΕΝΦΙΑ, ΦΑΠ) τουλάχιστον εκείνων των ακινήτων που αποδίδουν εισόδημα (ενοίκια, επαγγελματική χρήση) αναγκαίο στον ιδιοκτήτη που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες.
Οι δικαστικές αποφάσεις αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη σημασία για την «άμυνα» των φορολογουμένων, καθώς εκκρεμεί νέος γύρος προσφυγών κατά «φουσκωμένων» αντικειμενικών αξιών (επιδιώκουν ακύρωση των ΠΟΛ του 2015 κ.λπ.) σε συνδυασμό με τη συνολική υπερφορολόγηση και από άλλα μέτρα, που οδηγούν σε αδυναμία εξόφλησης.
Το Εφετείο Κρήτης έκρινε (19/16) αντισυνταγματική διάταξη του ν. 4254/14 που δεν επέτρεπε στον ιδιοκτήτη να προστατεύσει δικαστικά το ακίνητό του εάν δεν προσκόμιζε πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ αποδεικνύοντας ότι εξόφλησε τις υποχρεώσεις του. Κατά το δικαστήριο, η ρύθμιση παραβιάζει διατάξεις του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που κατοχυρώνουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και παροχής δικαστικής προστασίας, καθώς και την αρχή της αναλογικότητας.
Στην εφετειακή απόφαση επισημαίνεται ότι σε μια ιδιαίτερα δυσμενή οικονομική συγκυρία (συνεχείς περικοπές μισθών - συντάξεων, αλλεπάλληλα φορολογικά βάρη κ.λπ.) δεν μπορεί το κράτος να βάζει δικονομικά εμπόδια στο να προστατεύσει κάποιος την ακίνητη περιουσία του.
Υπογραμμίζεται επίσης ότι η φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας παράλληλα προς άλλους φόρους, δεν μπορεί να θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Δεν επιτρέπεται μία καθαρά φορολογικού χαρακτήρα διάταξη να στερεί από τον πολίτη το δικαίωμα να απαγορεύει κάθε επέμβαση τρίτου στο ακίνητό του, αφήνοντάς τον εκτεθειμένο και απροστάτευτο απέναντι π.χ. στην αυθαιρεσία οποιουδήποτε καταπατητή (όταν μάλιστα μπορεί να χρωστά γιατί π.χ. ο ενοικιαστής αδυνατεί να του ξεπληρώσει ενοίκια).
Σύμφωνα με το Εφετείο, το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου δεν μπορεί να συρρικνώνει το ατομικό δικαίωμα των πολιτών με άνιση μεταχείρισή τους, χρησιμοποιώντας τη Δικαιοσύνη (και τη δυνατότητα προσφυγής σε αυτήν) ως μέσο πίεσης για τακτοποίηση φορολογικών υποχρεώσεων.
Με άλλη απόφαση (ασφαλιστικών μέτρων) κρίθηκε ότι πρέπει να «παγώσει» η κατάσχεση δύο ακινήτων από την περιουσία ιδιοκτήτη, γιατί θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη αφού βιοπορίζεται από αυτά εισπράττοντας ενοίκιο από επαγγελματική στέγη (85 τ.μ.) και γεωργικό εισόδημα (από καλλιέργεια σε αγρόκτημα 1,2 στρεμ.).
Οι οφειλές
Οι οφειλές του προς το κράτος ρυθμίστηκαν σε δόσεις για τον ΦΑΠ προηγουμένων ετών, που κυμαινόταν μέχρι το 2013 περίπου σε 9.000€ ετησίως. Με τον ΕΝΦΙΑ το ποσό ξέφυγε στα 15.000€, καθώς η Εφορία υπολόγισε την ακίνητη περιουσία (10 συνολικά μικρά οικόπεδα και διαμερίσματα) περίπου σε 1,7 εκατ. €, με βάση τις «φουσκωμένες» αντικειμενικές αξίες που παρέμεναν προσκολλημένες στα επίπεδα του 2007.
Στην αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και στην αγωγή προς το Διοικητικό Πρωτοδικείο, ο φορολογούμενος επισήμαινε ότι το ετήσιο εισόδημά του δεν ξεπερνά τα 7.000€, ότι είναι αντισυνταγματική η υπερφολόγηση που καταλήγει σε δήμευση της περιουσίας του, ότι μοναδικό στοιχείο βιοπορισμού αποτελούν τα δύο ακίνητα, ενώ αδυνατεί να εκποιήσει έστω και μέρος των υπόλοιπων ακινήτων (για να εξοφλήσει τον ΕΝΦΙΑ) λόγω εκμηδένισης της εμπορικής τους αξίας και απουσίας αγοραστικού ενδιαφέροντος.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου